Ελεύθερη Ενημέρωση - Βήμα στην Άποψη



Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010

ΕΠΕΙΑ – Επικουρικό Ζωής - Φ. Σαχινίδης: Βαδίζουμε σε τεντωμένο σχοινί

Αρχές Μαρτίου, εφημερίδες και λοιπά μέσα ενημέρωσης αφιέρωσαν αρκετό από το χώρο-χρόνο τους στο νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών, για την εποπτεία της ιδιωτικής ασφάλισης και τη σύσταση εγγυητικού κεφαλαίου ιδιωτικής ασφάλισης ζωής. Αν και το εν λόγω σχέδιο νόμου δεν δόθηκε επισήμως στη δημοσιότητα για διαβούλευση, αρκετοί ήταν εκείνοι που το είχαν “προμηθευτεί” και έσπευσαν να σχολιάσουν τις ρυθμίσεις του. 

Είναι ενδεικτικό ότι ο Νομικός Σύμβουλος του Συλλόγου Ζημιωθέντων από την Ασπίς Πρόνοια, κ. Πέτρος Σελέκος, κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου στις 9 Μαρτίου, είπε ότι το εν λόγω σχέδιο νόμου έχει νομικές αδυναμίες και τα όσα προτείνει προσκρούουν σε συνταγματικές διατάξεις, ενώ σημείωσε ότι δεν δίνει λύσεις στις πιεστικές ανάγκες των ασφαλισμένων της πρώην Ασπίς.


Παρατηρήσεις επί των διατάξεων απέστειλε στον αρμόδιο Υφυπουργό η ΕΑΕΕ (στις 12 Μαρτίου), ενώ ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών έθεσε …“εαυτόν” στη διάθεση παντός ενδιαφερομένου προκειμένου να «προηγηθεί ουσιαστικός δημόσιος διάλογος» πριν κατατεθεί προς ψήφιση το νομοσχέδιο στη Βουλή. Την έντονη αντίδραση της ΑΔΕΔΥ, όπως θα εξηγήσουμε στη συνέχεια, προκάλεσε συγκεκριμένη διάταξη του σχεδίου νόμου που αφορά στον Οργανισμό Περίθαλψης Ασφαλισμένων Δημοσίου, ενώ και η ΟΑΣΕ, που συναντήθηκε με τον κ. Σαχινίδη, κατέθεσε συγκεκριμένες θέσεις και προτάσεις.

Φ. Σαχινίδης: «Σχέδιο νόμου», «πρόπλασμα», «σημείωμα»…

Στις 11 Μαρτίου, ο Υφυπουργός Οικονομικών, κ. Φίλιππος Σαχινίδης, ενημερώνει τη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής για το «υπό κατάθεση νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών “Εποπτεία Ιδιωτικής Ασφάλισης, Σύσταση Ιδιωτικού Κεφαλαίου Ιδιωτικής Ασφάλισης Ζωής και λοιπές διατάξεις”». Αρχικά, κάνει λόγο για «προτεινόμενο σχέδιο νόμου», αλλά στη δευτερολογία του μιλά για «πρόπλασμα» και «σημείωμα», διευκρινίζοντας μάλιστα ότι «τα περισσότερα από τα σημεία τα οποία υπάρχουν στο κείμενο αυτό, δεν ανταποκρίνονται στις ρυθμίσεις, στις οποίες τελικά πρόκειται να προβούμε». (!)

Από την ομιλία και τη δευτερολογία που απηύθυνε ο κ. Σαχινίδης –είναι αναρτημένη στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών– ενώπιον των μελών της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων, παραθέτουμε κάποια χαρακτηριστικά “διαφωτιστικά” αποσπάσματα:

«Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, το οποίο σήμερα είμαστε εδώ για να συζητήσουμε, περιλαμβάνει ρυθμίσεις, που αφορούν τον χρηματοπιστωτικό και ασφαλιστικό κλάδο, η απουσία των οποίων τα τελευταία χρόνια στοίχισε, όπως αποδείχτηκε, ακριβά σε πάρα πολλούς συμπολίτες μας. Τα πρόσφατα γεγονότα, ιδιαίτερα στον ασφαλιστικό κλάδο, έχουν εντείνει τις ανησυχίες των ασφαλισμένων, οι οποίοι λίγες μόλις ημέρες πριν τις εκλογές ενημερώθηκαν ότι ανακαλούνται οι άδειες των ασφαλιστικών εταιρειών, στις οποίες είχαν επενδύσει τους κόπους μιας ζωής.

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας τότε, προκειμένου να ηρεμήσει τα πνεύματα, ψήφισε προεκλογικά μια διάταξη, η οποία δεν μπορούσε να εφαρμοστεί, αφού ήταν αντίθετη προς την κοινοτική νομοθεσία. Με το παρόν προτεινόμενο νομοσχέδιο δίνεται μια συνολική λύση στα θέματα του ασφαλιστικού κλάδου και ταυτόχρονα, επιχειρείται η αναβάθμισή του μέσω ρυθμίσεων, ώστε να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην ασφαλιστική αγορά (…)».

Συνεχίζοντας και αναφερόμενος στα επί μέρους κεφάλαια του «προτεινόμενου νομοσχεδίου», μίλησε για την κατάργηση της ΕΠΕΙΑ και τη μεταφορά της εποπτείας των ασφαλιστικών εταιρειών στην ΤτΕ, για την κατάργηση των διατάξεων που «πέρασαν από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας», οι οποίες «επικρίθηκαν ως αντίθετες προς την κοινοτική νομοθεσία σε ό,τι αφορά τις κρατικές ενισχύσεις», για μια «μεταβατική ρύθμιση για τις εκκρεμείς διαδικασίες των ασφαλιστικών εταιρειών, των οποίων η άδεια έχει ανακληθεί», κ.ο.κ. Αρκετά αναλυτικά, στη συνέχεια, ο κ. Σαχινίδης αναφέρθηκε και στο υπό σύσταση εγγυητικό κεφάλαιο ιδιωτικής ασφάλισης ζωής.

Διαβάζοντας κανείς αυτή την αρχική τοποθέτηση του κ. Σαχινίδη, συμπεραίνει πως υφίσταται σχέδιο νόμου, πράγμα που ο ίδιος, ωστόσο, ανασκευάζει στη δευτερολογία του, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Να ευχαριστήσω και όλους τους συναδέλφους για τις τοποθετήσεις τους και να δώσω μια εξήγηση, γιατί έχει να κάνει με το σεβασμό μου προς τη Βουλή και τους συναδέλφους. Δεν υπάρχει σχέδιο νόμου, υπάρχει ένα πρόπλασμα, για το οποίο ζητήθηκε από ορισμένους φορείς να υποβάλουν την άποψή τους. Στο πλαίσιο της ανταλλαγής απόψεων, κάποια από τα βασικά μέρη του έχουν τεθεί στη διάθεσή τους, για να κάνουν κάποια σχόλια.

Εμείς δεν είχαμε σκοπό να έρθουμε εδώ, για να συζητήσουμε επί των σημείων, έχοντας ταυτόχρονα κατασταλάξει στο ποιο είναι το νομικό κείμενο το οποίο θα φέρουμε στη Βουλή. Εμείς θεωρήσαμε ότι αυτό που έχει σημασία είναι να συζητήσουμε πάνω στις κατευθυντήριες γραμμές. Γι’ αυτό και ήρθαμε εδώ πέρα με βάση ένα σημείωμα που ετοιμάσαμε. Γι’ αυτό και ζητούσα από τους συναδέλφους της Νέας Δημοκρατίας που είχαν στα χέρια τους κάποιο κείμενο, να μην το επικαλούνται, διότι τα περισσότερα από τα σημεία τα οποία υπάρχουν στο κείμενο αυτό, δεν ανταποκρίνονται στις ρυθμίσεις, στις οποίες τελικά πρόκειται να προβούμε».

Και συνέχισε ως εξής ο κ. Σαχινίδης: «Επίσης, θέλω να εκφράσω την ευχαριστία μου, γιατί τελικά, σε πολλά ειδικά ζητήματα τέθηκαν ερωτήματα, τα οποία πραγματικά θα μας προβληματίσουν καθώς βαδίζουμε σε διαμόρφωση της τελικής μορφής του κειμένου. Και θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι είμαστε στη διάθεσή σας, όταν έχουμε κάποιο σχέδιο που θα αρχίσει να αποκτά μια πιο ολοκληρωμένη μορφή, να ενσωματώσουμε τυχόν προβληματισμούς.

Διότι εδώ πέρα, έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο προέκυψε μετά την ανάκληση λειτουργίας των αδειών και βεβαίως, δεν πρόκειται να κινηθούμε με μια λογική, ότι εμείς ξέρουμε τι είναι το σωστό και δεν πρόκειται να ακούσουμε τίποτα από τις παρατηρήσεις ή τις εισηγήσεις που θα γίνουν από τους συναδέλφους. Αυτό είναι μια άποψη, την οποία είχαμε διαμορφώσει από την πρώτη στιγμή, γιατί και εμείς καταλαβαίναμε και συνειδητοποιούσαμε πόσο σημαντικό είναι να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα αυτό (…)».

«Ο ασφαλιστικός χώρος ουδέποτε είχε εποπτεία»

Από τη δευτερολογία του κ. Σαχινίδη αξιομνημόνευτο είναι και το ακόλουθο χαρακτηριστικό απόσπασμα, μιας και εμπεριέχεται σ’ αυτό η γενικότερη άποψη του κυρίου Υφυπουργού για την εποπτεία των ασφαλιστικών εταιρειών διαχρονικά:

«(…) Εκείνο, όμως, το οποίο μπορώ να σας καταγράψω, κυρία Πρόεδρε, ως εμπειρία, είναι ότι ο ασφαλιστικός χώρος ουδέποτε είχε εποπτεία. Αντικειμενικά, και την περίοδο που είχαμε ένα γραφείο μέσα στο Υπουργείο Ανάπτυξης, είχαμε ένα πάρα πολύ αδύναμο εποπτικό πλαίσιο, αλλά και όταν πέρασε η εποπτεία στην ΕΠΕΙΑ, καθυστερήσαμε πάρα πολύ από τη στιγμή που ψηφίστηκε ο νόμος, μέχρι τη στιγμή που άρχισε να λειτουργεί η ΕΠΕΙΑ. Είναι, λοιπόν, δύσκολο σε αυτό το μικρό χρονικό διάστημα, που λειτουργεί η ΕΠΕΙΑ, να οδηγηθούμε σε ασφαλή συμπεράσματα. Όμως, εκείνο που μπορούμε να γνωρίζουμε σε αυτή τη φάση, είναι ότι τα προβλήματα που υπάρχουν στον ασφαλιστικό χώρο είναι πάρα πολύ μικρά και ότι σε αυτό το ζήτημα, δηλαδή στο ζήτημα της ρύθμισης και της παρέμβασης μέσα σε ένα συγκεκριμένο κομμάτι του χρηματοπιστωτικού χώρου, όπως είναι η ασφαλιστική αγορά, αυτό που έχει ιδιαίτερα μεγάλη σημασία είναι το ζήτημα της αξιοπιστίας.

Λέμε, λοιπόν, ότι σε ό,τι αφορά την αξιοπιστία και την εμπειρία, εξαιτίας της εφαρμογής της Βασιλείας, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει μια τεχνογνωσία την οποία δεν την έχει η ΕΠΕΙΑ. Η ΕΠΕΙΑ έχει αξιόλογο επιστημονικό προσωπικό, (…). Βεβαίως, το εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό θα μπορέσει να το απορροφήσει η Τράπεζα της Ελλάδος, για να μπορέσει να λειτουργήσει. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, γιατί η Τράπεζα της Ελλάδος δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει αυτή τη στιγμή χωρίς να πάρει το επιστημονικό προσωπικό (…)».

Κατά τη γνώμη του κ. Σαχινίδη, λοιπόν, ο ασφαλιστικός χώρος ουδέποτε είχε εποπτεία! Οπότε, τώρα, δρομολογείται η ανάληψη της εποπτείας από την ΤτΕ, η οποία –πάντα κατά τον κ. Σαχινίδη–αν και διαθέτει τεχνογνωσία, την οποία δεν την έχει η ΕΠΕΙΑ, δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς να πάρει το εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό της ΕΠΕΙΑ…

Κι ενώ ο κ. Σαχινίδης επιχειρούσε να …ξεμπλέξει το “κουβάρι της εποπτείας”, την ίδια στιγμή ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών παρενέβαινε με δελτίο τύπου (βλ. αναλυτικά στη συνέχεια), στο οποίο υποστήριζε ότι «σαφώς και μπορεί να υφίσταται αποζημιωτική αξίωση του πολίτη έναντι του κράτους για μη προληπτικό αποτελεσματικό έλεγχο». Τι θέλει να πει ο …ποιητής; Η απάντηση, ως ευκόλως εννοούμενη, παραλείπεται.

Πώς …είδε η ΕΑΕΕ το σχέδιο νόμου;

Στις 12 Μαρτίου η ΕΑΕΕ εξέδωσε εγκύκλιο προς τις εταιρείες-μέλη της, προκειμένου να τις ενημερώσει για τις παρατηρήσεις που υπέβαλε στον αρμόδιο υφυπουργό κ. Σαχινίδη επί του εν λόγω σχεδίου νόμου --ή "προπλάσματος", θα συμπληρώναμε εμείς.

Η ΕΑΕΕ θεωρεί, κατ’ αρχάς, ότι δεν ευσταθεί η προβαλλόμενη στην εισηγητική έκθεση του Σχ. Ν. επιχειρηματολογία αναφορικά με την κατάργηση της ΕΠΕΙΑ και τη διαδοχή της από την ΤτΕ, για τους εξής λόγους:

«Παρότι οι ασφαλιστικές και τραπεζικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται αμφότερες στον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό χώρο, κατά την άποψή μας δεν “χρησιμοποιούν τεχνικές και δίκτυα προώθησης …που εμπεριέχουν συναφή χαρακτηριστικά και κινδύνους”, κατά τρόπο που να δικαιολογεί ενιαίο εποπτικό οικοδόμημα. Όσον αφορά στο επιχείρημα για τις μετοχικές διασυνδέσεις μεταξύ των δύο οικονομικών χώρων, δεν θεωρούμε ότι αποδίδει την τρέχουσα ευρωπαϊκή πραγματικότητα, η οποία κινείται προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, της απόσχισης των ασφαλιστικών επιχειρήσεων από τις μητρικές τραπεζικές. Ο λόγος έγκειται στην κεφαλαιακή επιβάρυνση που συνεπάγονται για τις τελευταίες βάσει της Βασιλείας ΙΙ οι σχετικοί συσχετισμοί. Επισημαίνεται ακόμη η ιδιαιτερότητα της ασφαλιστικής έναντι της τραπεζικής υπηρεσίας, με αποτέλεσμα την ύπαρξη διαφορετικού θεσμικού πλαισίου λειτουργίας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων έναντι των τραπεζικών και κατ’ επέκταση εμφανώς διαφοροποιημένων εποπτικών απαιτήσεων και προδιαγραφών».

Αναφορικά με τις πρόσφατες διατάξεις της παρ. 4α του άρθρου 10 του ν.δ. 400/70 περί κρατικής ασφαλιστικής εγγύησης, η ΕΑΕΕ επισημαίνει: «Η ακύρωση των σχετικών διατάξεων με το αιτιολογικό ότι απεδείχθησαν στην πράξη ανεπαρκείς είναι μάλλον άτοπη και τούτο διότι ουδέποτε τέθηκαν σε εφαρμογή. Εξίσου δε αμφίβολος είναι και ο ισχυρισμός περί αντίθεσής τους με την κοινοτική νομοθεσία για τις κρατικές ενισχύσεις. Εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον δεν προκύπτει κοινοτικό κώλυμα για τη σύννομη εφαρμογή της».

Από τις κατ’ άρθρον παρατηρήσεις της ΕΑΕΕ, η οποία αναγνωρίζει «τις κατ’ αρχήν θετικές προεκτάσεις των ρυθμίσεων του σχεδίου νόμου του Υπουργείου», συνοψίζουμε τα ακόλουθα κύρια σημεία (σημειωτέον ότι οι παρατηρήσεις της ΕΑΕΕ καλύπτουν έκταση 8 σελίδων):

- Η Ε.Α.Ε.Ε. δεν αντιλαμβάνεται τη σκοπιμότητα της κατάργησης της ΕΠ.Ε.Ι.Α. και επισημαίνει την ανάγκη διασφάλισης του αδιάλειπτου της εποπτείας. Η ανάθεση της εποπτείας στην ΤτΕ, οργανισμό με δεδομένη ανεξαρτησία και κύρος, κρίνεται θετική εξέλιξη, εφόσον συνοδευτεί από την υπαγωγή σ’ αυτήν του εξειδικευμένου προσωπικού της ΕΠ.Ε.Ι.Α., για την εξασφάλιση της συνέχειας του εποπτικού έργου.

- Οι αρμοδιότητες της ΕΠΕΙΑ, ως γνωστόν, επεκτείνονται στην εποπτεία διαμεσολαβούντων στην ασφάλιση προσώπων, καθώς και στην εποπτεία οργανισμών ασφαλιστικών υπηρεσιών, όπως είναι το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης, το Επικουρικό Κεφάλαιο, το Κέντρο Πληροφοριών, κ.λπ. Ακόμα η ΕΠΕΙΑ είναι αρμόδια για τη διοργάνωση εξετάσεων διαμεσολαβούντων προσώπων και αναλογιστών. Η μεταφορά του συνόλου των αρμοδιοτήτων της ΕΠΕΙΑ στην ΤτΕ εξυπακούεται ότι σημαίνει αρμοδιότητα εποπτείας της ΤτΕ και επί όλων των προαναφερόμενων δραστηριοτήτων.

- Η επιβολή και μάλιστα αυξημένης εισφοράς υπέρ της ΤτΕ, ενώ δεν υφίσταται αντίστοιχη υποχρέωση για τα εποπτευόμενα από την ιδία αρχή πιστωτικά ιδρύματα, εγείρει θέμα διακριτικής μεταχείρισης μεταξύ δύο σημαντικών τομέων της οικονομίας που δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό χώρο της χώρας.

- Οι συσσωρευμένες εισφορές των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που καταβλήθηκαν στην ΕΠ.Ε.Ι.Α. και δεν χρησιμοποιήθηκαν, η ΕΑΕΕ θεωρεί ότι θα πρέπει ή να επιστραφούν σ’ αυτές ή να χρησιμοποιηθούν για συναφείς προς την ιδιωτική ασφάλιση σκοπούς, όπως για παράδειγμα για προικοδότηση του υπό ίδρυση εγγυητικού κεφαλαίου ζωής, και όχι να περιέλθουν στο Δημόσιο γενικά.

- Η επιλογή του νομοθέτη για δημιουργία ενός μηχανισμού μικτής εγγύησης (μεταβίβαση χαρτοφυλακίου ζωής και εφόσον τούτο δεν είναι εφικτό, εκκαθάριση) στον κλάδο ζωής δεν είναι η συνήθης ευρωπαϊκή πρακτική, η οποία προτάσσει τη δημιουργία εγγυητικών συστημάτων με αποκλειστικό έργο την εκκαθάριση του χαρτοφυλακίου ζωής.

- Συγκρινόμενη με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά μεγέθη, η εισφορά που καλούνται να καταβάλουν οι ασφαλιστικές εταιρείες υπέρ του Εγγυητικού Ταμείου ζωής είναι υπερβολική και καθιστά το ασφαλιστικό προϊόν μη ανταγωνιστικό.

- Η θέσπιση, συγχρόνως, δυνατότητας επιβολής έκτακτης εισφοράς είναι μη αποδεκτή. Οποιαδήποτε επιπρόσθετη, μη ορθολογικά σταθμισμένη, εισφορά συνεπάγεται υπέρμετρη επιβάρυνση των εταιρειών, οι οποίες λόγω της τρέχουσας οικονομικής συγκυρίας δεν έχουν τέτοια περιθώρια.

Στα παραπάνω 7 σημεία συνοψίζονται οι βασικές παρατηρήσεις που έθεσε αρμοδίως η ΕΑΕΕ επί του σχεδίου νόμου του Υπ.Οικ. Ωστόσο, ιδιαίτερης και λεπτομερούς αναφοράς χρήζουν οι επιμέρους παρατηρήσεις της Ένωσης αναφορικά με το προσωρινό προστατευτικό πλαίσιο για την περάτωση των εκκρεμών υποθέσεων της Ασπίς Πρόνοια και της Commercial Value.

Ιδού τι αναφέρει λοιπόν σχετικά η Ένωση, καθώς από τις παρατηρήσεις και τα ερωτήματα που διατυπώνει επί συγκεκριμένων διατάξεων του σχεδίου νόμου βγαίνουν πολύ εύγλωττα συμπεράσματα:

«(…) Ως ενδιάμεση δε λύση, προκρίθηκε η μερική διατήρηση των διατάξεων της παρ. 4α του άρθρου 10 του ν.δ. 400/70. Στο σημείο αυτό, εγείρονται τα ακόλουθα ζητήματα, που δεν “τακτοποιούνται” από τις εισηγούμενες διατάξεις:

- Εξακολουθεί να ισχύει η υπ’ αριθμ. Β.2574/2009 απόφαση του Υφυπουργού Οικονομίας, η νομική βάση της οποίας απορρέει από τις υπό κατάργηση διατάξεις του ν.δ. 400/70; Ο προβληματισμός αυτός εντείνεται από το γεγονός ότι οι προθεσμίες και οι διαδικασίες που προβλέπονται στο προτεινόμενο σχέδιο δεν συμπίπτουν με τις προβλεπόμενες στην ως άνω απόφαση. Προς αποφυγή παρερμηνειών, κρίνεται σκόπιμο είτε να οριστεί ρητά η κατάργησή της είτε να διευκρινιστεί ποιες διατάξεις της παραμένουν σε ισχύ.

- Ελλείψει πρόβλεψης για είσπραξη ασφαλίστρων μέχρι την οριστική μεταβίβαση του χαρτοφυλακίου ζωής, καθίσταται απαραίτητο να ρυθμιστεί ειδικά, κατ’ αναλογία με τα προβλεπόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 9 της προαναφερόμενης υπουργικής απόφασης, εφόσον αυτή θεωρηθεί καταργηθείσα.

- Θεωρώντας σχεδόν βέβαιη την εφαρμογή της διάταξης που προβλέπει μείωση των απαιτήσεων των ασφαλισμένων, θα έπρεπε ίσως να προβλεφθεί και ανάλογη μείωση των ασφαλίστρων, με εξαίρεση τα καταβαλλόμενα για καλύψεις υγείας. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η διατήρησή τους στα ίδια επίπεδα θα κατέλυε τη σχέση αναλογικότητας που ισχύει, βάσει των κανόνων της αναλογιστικής επιστήμης, μεταξύ ασφαλίστρου και ασφαλιστικής παροχής.

- Παρότι από το λεκτικό της παρ. 4 του άρθρου 2 συνάγεται ότι το σύνολο των απαιτήσεων των ασφαλισμένων, ανεξαρτήτως είδους ασφάλισης, υπόκειται σε μείωση ανάλογη με το διαπιστωθέν κεφαλαιακό άνοιγμα, διερωτώμεθα κατά πόσον ο κανόνας αυτός τυγχάνει εφαρμογής για τις απαιτήσεις από ασφαλίσεις υγείας, τη στιγμή που επιφυλάσσεται για την ανάδοχο εταιρεία δυνατότητα αύξησης των σχετικών ασφαλίστρων.

- Διαπιστώνεται ότι ενώ προδιαγράφονται συγκεκριμένοι κανόνες και περιορισμοί για τις ασφαλίσεις υγείας και τα αποταμιευτικά-επενδυτικά προγράμματα της υπό εκκαθάρισης εταιρείας, ουδεμία ειδικότερη ρύθμιση γίνεται στο υπόψη άρθρο για τα λοιπά είδη ασφαλίσεων ζωής (π.χ. ασφαλίσεις θανάτου και επιβίωσης).

- Δεν προκύπτει από το προτεινόμενο πλαίσιο τι γίνεται στην περίπτωση που δεν τελεσφορήσει η μεταβίβαση του χαρτοφυλακίου. Με άλλα λόγια, θα ισχύσει ο κανόνας της σύμμετρης ικανοποίησης βάσει των γενικών διατάξεων του ν.δ. 400/70 για την ασφαλιστική εκκαθάριση ή το χαρτοφυλάκιο θα υπαχθεί στο σύστημα της ασφαλιστικής εγγύησης του Κεφαλαίου Β με τα προβλεπόμενα όρια κάλυψης;».

Αξιοσημείωτη είναι και η ακόλουθη επισήμανση της ΕΑΕΕ επί συγκεκριμένου άρθρου του σχεδίου νόμου, που αφορά τις απαιτήσεις των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών των εταιρειών που ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας τους: «Εμμέσως συνάγεται ότι μεταξύ των υποχρεώσεων που βαρύνουν το υπό μεταβίβαση χαρτοφυλάκιο ζωής και κατ’ επέκταση την ασφαλιστική τοποθέτηση ζωής, συγκαταλέγονται οι απαιτήσεις των διαμεσολαβούντων προσώπων. Περαιτέρω παρατηρείται ότι οι υποχρεώσεις αυτές έναντι των εν λόγω προσώπων δεν υπόκεινται σε ανάλογη μείωση, όπως ισχύει αντιστοίχως για τις απαιτήσεις των ασφαλισμένων. Έτσι, οι ασφαλισμένοι τίθενται σε ήσσονα μοίρα έναντι των διαμεσολαβούντων προσώπων (οι οποίοι επιπροσθέτως, ως εκ της ιδιότητάς τους, έπρεπε να είχαν ενημερώσει τους ασφαλισμένους πελάτες τους για την κατάσταση της εταιρείας τους) και μάλιστα επί του μέρους της περιουσίας της υπό εκκαθάριση εταιρείας, η οποία ανήκει στους ασφαλισμένους.

Η ρύθμιση αυτή έρχεται σε πλήρη αντιπαράθεση με τα ισχύοντα στο ν.δ. 400/70 και ως εκ τούτου θα πρέπει να διαγραφεί (σ.σ. η υπογράμμιση είναι του πρωτοτύπου)».

Δ.Σ.Α.: Να αναζητηθούν ποινικές και αστικές ευθύνες όπου δει

«Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών παρεμβαίνει για τον αποτελεσματικό έλεγχο των ασφαλιστικών εταιρειών, με αφορμή την περίπτωση του Ομίλου Ασπίς Πρόνοια».

Με τα παραπάνω λόγια ξεκινά το δελτίο τύπου που εξέδωσε ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών στις 11 Μαρτίου. Περαιτέρω, μας πληροφορεί ότι το ΔΣ του Συλλόγου αποφάσισε κατά τη συνεδρίασή του στις 10 Μαρτίου «να αναδείξει αυτό το μεγάλο κοινωνικό θέμα, δια ποικίλων μορφών παρεμβάσεων, με σκοπό να συμβάλει να μην υπάρξει επανάληψη του φαινομένου στο μέλλον, αλλά και να συμπαρασταθεί στους πληττόμενους σήμερα συμπολίτες μας, τόσο στην κατεύθυνση της διατήρησης των δικαιωμάτων τους, όσο και στην αναζήτηση ευθυνών».

Ο ΔΣΑ προτείνει να συσταθεί επιτροπή από νομικούς εξειδικευμένους επί του θέματος, χωρίς ν’ αποκλείεται η συμμετοχή και άλλων έγκριτων επιστημόνων (όπως για παράδειγμα οικονομολόγοι και ιδίως αναλογιστές), ώστε να επανεκτιμηθεί το νομικό πλαίσιο της λειτουργίας των ασφαλιστικών εταιρειών. Η ανωτέρω επιτροπή, πάντα κατά το ΔΣΑ, θα πρέπει να προηγηθεί της καταθέσεως προς ψήφιση στη Βουλή του νομοσχεδίου που επεξεργάζεται το Υπουργείο Οικονομικών, «το οποίο απ’ όσα διαβάζουμε από τα δημοσιεύματα του Τύπου, μάλλον γίνεται υπό το βάρος των ανωτέρω εξελίξεων, εν θερμώ και όχι για ν’ αντιμετωπίσει το πρόβλημα στη ρίζα του. Λόγω της κοινωνικής διάστασης του θέματος πρέπει να προηγηθεί ουσιαστικός δημόσιος διάλογος, για τον οποίο ο Σύλλογος μπορεί να έχει σημαντική προσφορά».

Όπως υπογραμμίζει ο ΔΣΑ, «ο σκοπός πρέπει να είναι η όποια ελεγκτική αρχή να έχει αποτελεσματική προληπτική λειτουργία και όχι κατασταλτική, δια της διαπίστωσης της μη συμμόρφωσης της εταιρείας στις ελάχιστες προϋποθέσεις του νόμου και της συνεπαγόμενης ανάκλησης άδειας. Η δε ανάκληση αδείας πρέπει να συνοδεύεται με σοβαρή προσπάθεια για την εξασφάλιση διάδοχης κατάστασης. Σαφώς και μπορεί να υφίσταται αποζημιωτική αξίωση του πολίτη έναντι του Κράτους για μη προληπτικό αποτελεσματικό έλεγχο».

Για τις υπό εκκαθάριση ασφαλιστικές εταιρείες, ο Σύλλογος αναφέρει ότι «θα επιστήσει την προσοχή στα μέλη του που τυγχάνουν επόπτες εκκαθάρισης, να διευκολύνουν όσο το δυνατόν τους ασφαλισμένους, όπως για παράδειγμα είναι η έγκαιρη ενημέρωση για την προσήκουσα άσκηση των δικαιωμάτων τους. Θα πρέπει ν’ αναζητηθούν οι ποινικές και αστικές ευθύνες όπου δει, χωρίς ν’ αποκλείεται ο ενδεχόμενος καταλογισμός ευθύνης σε Πιστωτικά Ιδρύματα που μεσολάβησαν ή προέτρεψαν τους πελάτες τους για σύναψη ασφαλιστικών συμβάσεων». Τέλος, ανακοινώνεται ότι για όλα τα ανωτέρω ο ΔΣΑ θα διοργανώσει επιστημονική ημερίδα, προκειμένου να συζητηθούν τα θέματα και οι τρόποι αντιμετώπισής τους.

ΟΑΣΕ: συμμετοχή και των εργαζομένων στην εποπτεία του κλάδου

Στις 18 Μαρτίου, η Ομοσπονδία Ασφαλιστικών Συλλόγων Ελλάδος ανακοινώνει ότι το προεδρείο της συναντήθηκε στις 16 Μαρτίου με τον υφυπουργό Οικονομικών, κ. Φ. Σαχινίδη, και συνεργάτες του, «προκειμένου να εκθέσει τις απόψεις της Ομοσπονδίας για το ετοιμαζόμενο νομοσχέδιο».

Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, πέραν των διαφόρων παρατηρήσεων και προτάσεων για τα επιμέρους θέματα του νομοσχεδίου, η ΟΑΣΕ ανέλυσε ιδιαίτερα τις προτάσεις της για τα θέματα που απασχολούν τους εργαζόμενους του κλάδου. Πιο συγκεκριμένα, ζητήθηκαν από τον κ. Υφυπουργό τα εξής:

- Να εξασφαλισθούν με διατάξεις του νομοσχεδίου οι θέσεις εργασίας των εργαζομένων στα υπό μεταβίβαση χαρτοφυλάκια κλάδων Ζωής καθώς και των απολυμένων από τις εταιρείες που ανακλήθηκε η άδειά τους.

- Να συμμετέχουν οι εργαζόμενοι στην Εποπτεία του Κλάδου (πάγιο αίτημα της Ομοσπονδίας) και επιπρόσθετα στη λειτουργία του Εγγυητικού Κεφαλαίου Ζωής.

- Να προβλεφθεί η δημιουργία του θεσμού του Επιτρόπου (όπως προβλέπεται για τις τράπεζες) σε εταιρείες που παρουσιάζουν προβλήματα, ώστε να προστατεύεται η περιουσία τους, να επιχειρείται η εξυγίανσή τους με την εποπτεία του κράτους και να εξαντλούνται όλα τα περιθώρια επιβίωσής τους.

Επιπρόσθετα, το προεδρείο της ΟΑΣΕ κατέθεσε συγκεκριμένες απόψεις σχετικά με τη λήψη «μέτρων που θα διευκολύνουν όσες εταιρείες θα αντιμετωπίσουν σοβαρές δυσκολίες να ανταποκριθούν στις αυξημένες κεφαλαιακές υποχρεώσεις που θέτει το Solvency II. Έτσι θα προστατευθούν και οι θέσεις εργασίας αλλά και αρκετές ελληνικές επιχειρήσεις θα επιβιώσουν και θα αποφευχθεί ο οριστικός αφελληνισμός του κλάδου μας». Τέλος, ζητήθηκε η παρέμβαση του Υπουργού προκειμένου να επιταχυνθούν οι διαδικασίες αποζημίωσης των απολυμένων από τις εταιρείες που ανακλήθηκε η άδειά τους.

Ο Πρόεδρος και ο Γενικός Γραμματέας της ΟΑΣΕ, κ.κ. Χρήστος Παπαδόγιαννης και Μανώλης Χατζάκης, δηλώνουν, τέλος, ότι «η συνάντηση έγινε σε ιδιαίτερα θετικό κλίμα και η ανταπόκριση του Υπουργού και των συνεργατών του μας δίνει το δικαίωμα να ελπίζουμε σε υιοθέτηση των προτάσεών μας».

Ουδείς γνωρίζει αυτή τη στιγμή, πέραν των αρμοδίων, ποιες προτάσεις θα υιοθετηθούν, ποιες θα είναι οι τελικές διατάξεις του σχεδίου νόμου που θα κατατεθεί στη Βουλή και αν αυτές θα “απαντούν” στα ερωτήματα-προτάσεις-παρατηρήσεις των φορέων που παρουσιάσαμε παραπάνω.

Το θέμα της εποπτείας των ασφαλιστικών εταιρειών εδώ και χρόνια ταλάνιζε και, δυστυχώς, εξακολουθεί να ταλανίζει την ελληνική ασφαλιστική αγορά. Το αν θα είναι η ΤτΕ εκείνη που θα δώσει οριστική λύση στο πρόβλημα μένει να αποδειχθεί στην πράξη και είναι κάτι που θα μας “αποκαλύψει” το μέλλον.

Ωστόσο, για άλλη μια φορά, η όλη συζήτηση για ένα τόσο σοβαρό θέμα μας δημιουργεί την εντύπωση ότι δεν διεξάγεται υπό τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις, και κύριος υπεύθυνος γι’ αυτό είναι οι κυβερνητικοί χειρισμοί.

Εποπτεία, Εγγυητικό Κεφάλαιο Ιδιωτικής Ασφάλισης Ζωής και, κυρίως, τα συγκεκριμένα μέτρα για το οξύ πρόβλημα των ασφαλισμένων στις εταιρείες που ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας τους είναι φλέγοντα για τον κλάδο της Ιδιωτικής Ασφάλισης.

Δυστυχώς, το τραύμα που προκάλεσε στο …σώμα της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς η υπόθεση της Ασπίδος (και δεν εννοούμε φυσικά μόνο την ανάκληση της άδειας αλλά κυρίως όσα επακολούθησαν) έχει ήδη κακοφορμίσει και όσο κράτος και φορείς αυτής της ίδιας αγοράς θεωρούν τους ασφαλισμένους απλά …εκκρεμείς υποθέσεις ή εκκρεμείς διαδικασίες, η γιατρειά όλο και θα γίνεται πιο δύσκολη. Πίσω από αυτές τις …εκκρεμείς υποθέσεις βρίσκονται χιλιάδες οικογένειες, που εδώ και μήνες περιμένουν από το ελληνικό κράτος να δώσει οριστική και δίκαιη λύση στο πρόβλημά τους, για το οποίο οι ίδιοι οι ασφαλισμένοι προφανώς φέρουν από ελάχιστο έως καθόλου μερίδιο ευθύνης.

Και μιας και ο λόγος για ευθύνες… Είναι τυχαία η επιλογή του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών να παρέμβει τη δεδομένη χρονική στιγμή –έξι μήνες μετά την ανάκληση της άδειας της Ασπίδος; Σε κάθε περίπτωση, αξίζει να κρατήσουμε δύο σημεία από όσα αναφέρει στην ανακοίνωσή του και τα οποία αφορούν πρωτίστως τους ασφαλισμένους των εταιρειών που ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας τους: πρώτον, ότι θα πρέπει να αναζητηθούν οι ποινικές και αστικές ευθύνες όπου δει και, δεύτερον, ότι σαφώς και μπορεί να υφίσταται αποζημιωτική αξίωση του πολίτη έναντι του κράτους.


ΑΔΕΔΥ: ο ΟΠΑΔ χρησιμοποιείται ως “δοχείο” εναπόθεσης

Την έντονη αντίδραση της ΑΔΕΔΥ προκάλεσε διάταξη (σ.σ. η διάταξη αφορά ασφαλισμένους των εταιρειών που έχει ήδη ανακληθεί η άδεια λειτουργίας τους) του προαναφερθέντος σχεδίου νόμου, βάσει της οποίας «όσοι ασφαλισμένοι διαθέτουν νοσοκομειακό συμβόλαιο ή νοσοκομειακό προσάρτημα συμβολαίου ασφάλισης ζωής και προσκομίζουν σχετική βεβαίωση του επόπτη χαρτοφυλακίου ζωής δύνανται, με αίτησή τους, να υπαχθούν στη νοσοκομειακή ασφάλιση του ΟΠΑΔ, μέχρι τη μεταβίβαση του χαρτοφυλακίου ζωής στον ανάδοχο, χωρίς οποιαδήποτε επιβάρυνση».

Ο Πρόεδρος και ο Γεν. Γραμματέας της ΑΔΕΔΥ, κ.κ. Σπύρος Παπασπύρος και Ηλίας Ηλιόπουλος, αντίστοιχα, σε επιστολή τους (της 15ης Μαρτίου) προς τον Υπ. Οικονομικών, κ. Γ. Παπακωνσταντίνου, και την Υπ. Υγείας & Κοινωνικής Αλληλεγγύης, κα Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, αναφέρουν μεταξύ άλλων:

«Για άλλη μια φορά διαπιστώνουμε ότι οι φορείς ασφαλιστικής κάλυψης των εργαζομένων στο Δημόσιο χρησιμοποιούνται ως “δοχείο” εναπόθεσης, άσχετων προς το έργο τους, καλύψεων και εκ των υστέρων κατηγορούνται συλλήβδην οι εργαζόμενοι για το υψηλό κόστος και μάλιστα για κάλυψη της ιδιωτικής ασφάλισης από δημόσια κοινωνική δομή ασφάλισης!

Είναι προφανές ότι η ρύθμιση είναι προκλητική, πρέπει να αποσυρθεί και να εγκαταλειφθεί άμεσα κάθε τέτοια ιδέα και κατεύθυνση.

Αν η Κυβέρνηση επιμείνει, η ΑΔΕΔΥ θα προβεί σε δυναμικές κινητοποιήσεις, ώστε να καταδειχθεί η ριζική αντίθεσή της σε μια πρακτική που σημαίνει άλλη μια φορά “τα κέρδη στους ιδιώτες, οι ζημιές στο Δημόσιο”».


Πηγή: Aagora

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου