Πηγή: protagon.gr
Σε ένα προηγούμενο άρθρο
υποστήριξα ότι η πλειοψηφία όπως θα εκφραζόταν μέσα από μια απόλυτη
εφαρμογή της “άμεσης δημοκρατίας” θα ισοδυναμούσε με κατάλυση των
ατομικών ελευθεριών.
Στην καρδιά αυτής της επιχειρηματολογίας βρίσκεται
ακριβώς η πλήρης αδιαφορία που επιδεικνύουν οι συγκυριακές πλειοψηφίες
για οτιδήποτε έρχεται σε αντίθεση με τα συμφέροντά τους.
Τα θεσμικά
αντίβαρα και οι ελεγκτικοί θεσμοί, όπως τα δικαστήρια, είναι δεδομένο
ότι για να λειτουργήσουν σωστά θα πρέπει να εκδίδουν κατά κύριο λόγο
αποφάσεις οι οποίες θα είναι αντιδημοφιλείς και αντίθετες στο “γενικό
περί δικαίου αίσθημα” και στην “κοινή λογική”, έννοιες υπερβατικές και
αυτοακυρούμενες μέσα στην εγγενή υποκειμενικότητά τους. Γιατί
διαφορετικά, αν η επικρατούσα κατάσταση ήταν ένα κράτος δικαίου και οι
πλειοψηφίες κατάφερναν να διασφαλίσουν την εφαρμογή του νόμου, τότε δεν
θα υπήρχε καν αναγκαιότητα για δικαστήρια και ανεξάρτητους ελεγκτικούς
μηχανισμούς.
Ας δούμε την περίπτωση του περιφερειάρχη, ο οποίος
παύθηκε λόγω καταδίκης του σε παράβαση καθήκοντος. Απέναντι στις
δικαστικές αποφάσεις, ορισμένοι αιρετοί δημόσιοι λειτουργοί της τοπικής
αυτοδιοίκησης, εκφραστές της πλειοψηφικής αρχής, εκδήλωσαν την
συμπαράστασή τους στον έκπτωτο. Με την δύναμη που τους προσδίδει η
εκλογική διαδικασία και η άμεση αναγωγή της ιδιότητάς τους στους ίδιους
τους ψηφοφόρους, οι αιρετοί νομίζουν ότι είναι υπεράνω θεσμών. Αυτό
είναι ένα εγγενές πρόβλημα σε κάθε είδους αντιπροσωπευτικό σύστημα: οι
αιρετοί θεωρούν ότι έλκουν την ορθότητα των απόψεών τους από τη σχέση
τους με το λαό, ενώ οι μη αιρετοί (δικαστές, ανεξάρτητες αρχές) θεωρούν
ότι έλκουν την εξουσία τους μόνο από το νόμο, χωρίς να χρειάζεται να
“πείσουν”. Το μεγαλύτερο πρόβλημα βέβαια σήμερα είναι οι πρώτοι κι όχι
οι δεύτεροι.
Ας πάρουμε τώρα την περίπτωση των λαϊκών συνελεύσεων
που γίνονται στις πλατείες. Ελάχιστες συζητήσεις γίνονται για τα
ανθρώπινα δικαιώματα και την ισότητα για όλους. Δεν ακούσαμε τίποτε,
παραδείγματος χάριν, για τα δικαιώματα των Ρομά. Σύμφωνα με μαρτυρίες,
οι φορείς του Athens Pride προσπαθούσαν να “πείσουν” μέχρι την τελευταία
στιγμή τους αγανακτισμένους για να περάσει η παρέλαση από το Σύνταγμα,
ενώ η αστυνομία ενεργοποιήθηκε επειδή κάποιοι φασίστες απειλούσαν να
επιτεθούν και τελικά, απ' όσο ξέρω, δεν υπήρξε κάποιο ψήφισμα της
συνέλευσης για τα ίσα δικαιώματα των γκέι, λεσβιών, αμφί και τρανς. Τα
ενδιαφέροντα της συνέλευσης εστιάζουν κυρίως σε πολιτειακά θέματα, τα
οποία ορισμένες φορές άπτονται βέβαια και θεμάτων δικαιοσύνης, όπως για
παράδειγμα η κατάργηση της βουλευτικής ασυλίας. Το πρόβλημα όμως των
λαϊκών συνελεύσεων είναι η “αυτοποιητική” τους λειτουργία: μόνοι τους τα
λένε, μόνοι τους τα ακούν. Αναρτώντας τα ψηφίσματα στο Διαδίκτυο έχουν
ολοκληρώσει την αποστολή τους, θεωρώντας ότι έτσι τα αιτήματα έχουν
φτάσει και σε αυτούς που απευθύνονται. Δεν γίνεται όμως έτσι παιχνίδι:
ένα αίτημα πρέπει να προωθείται στοχευμένα, να επισημαίνεται στο φορέα
της απόφασης κι όχι να αναμένεται ότι αυτός θα το αναζητήσει από μόνος
του. Στην λαϊκή συνέλευση καθένας είναι εκεί με την ατομική του
ιδιότητα, οπότε τα αιτήματα δεν μπορούν να προωθηθούν από κάποια
αντιπροσωπεία προς αυτούς στους οποίους απευθύνονται. Έτσι καταλήγουμε
στην μάλλον αναποτελεσματική μέθοδο της επίδοσης εξωδίκων δηλώσεων προς
βουλευτές. Η αξία και η χρηστικότητα των εξωδίκων στην δικηγορική πράξη
είναι γνωστή και νομίζω δεν χρειάζεται ειδικότερος σχολιασμός.
Υπάρχουν όμως και συλλογικότητες που δεν λειτουργούν
με “πλειοψηφικά” κριτήρια. Είναι οι οργανώσεις της κοινωνίας των
πολιτών. Είναι οι ανθρωπιστικές και περιβαλλοντικές οργανώσεις, τα
σωματεία, οι σύλλογοι, οι αστικές εταιρίες ειδικών σκοπών. Οι μη
κυβερνητικές οργανώσεις είναι εκκωφαντικά απούσες τον τελευταίο καιρό
από τα δημόσια πράγματα. Ενώ αυτές είναι εκείνες που ιδεατά θα έπρεπε να
γεφυρώνουν το χάσμα ανάμεσα στο “χύμα” της πλατείας και το “χυμα” της
εξουσίας. Θα περίμενε κανείς, για παράδειγμα, ότι η Διεθνής Διαφάνεια
Ελλάς θα είχε πρωτοστατήσει στο αίτημα για την δημιουργία μιας
ανεξάρτητης και με διεθνή εμβέλεια Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου, η οποία
θα αποκτούσε πρόσβαση σε όλα τα διαθέσιμα κρατικά αρχεία και θα
επιτελούσε μια λειτουργία πρωτογενούς λογοδοσίας.
Στην χώρα μας υπάρχουν
πολλές μη κυβερνητικές οργανώσεις και άλλες συλλογικότητες της
Κοινωνίας των Πολιτών που τώρα θα έπρεπε να αναδείξουν τα αιτήματα για
Δικαιοσύνη και να επεξεργαστούν τις πρακτικές λύσεις, επικοινωνόντας
απευθείας με τους πολιτικούς παράγοντες και ασκώντας πίεση για την
εφαρμογή τους. Είναι μια μεγάλη ευκαιρία για αυτές, να αποδείξουν ότι
δεν είναι “οργανώσεις – σφραγίδες” που επιζητούν απλώς την κρατική
χρηματοδότηση για να επιτελούν την δική τους “αυτοποιητική” λειτουργία,
αλλά ότι υπηρετούν πραγματικές κοινωνικές ανάγκες.
*Ο Βασίλης Σωτηρόπουλος είναι δικηγόρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου