Πηγή: Καθημερινή
Επιδοτούμενα προγράμματα κατάρτισης συγκρατούσαν επί χρόνια το
ποσοστό ανεργίας σε επίπεδα ανεκτά. Εδώ και δύο χρόνια δεν έχει
καταρτιστεί ούτε ένας άνεργος από τα προγράμματα του Ευρωπαϊκού
Κοινωνικού Ταμείου.
Ωστόσο, τον τελευταίο χρόνο τέθηκαν σε ισχύ από τον
ΟΑΕΔ 30 προγράμματα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου και του
διοικητή του ΟΑΕΔ, σε αυτά οφείλεται η συγκράτηση της ανεργίας κατά 3 - 4
ποσοστιαίες μονάδες.
Ο κ. Ηλ. Κικίλιας εκτιμά ότι τον Μάιο παρατηρήθηκε
μια οριακή βελτίωση των στοιχείων της εγγεγραμμένης ανεργίας. Την
αποδίδει στην αυξημένη τουριστική κίνηση και στην ενίσχυση του
συγκεκριμένου κλάδου με ανάλογα προγράμματα. Ωστόσο, με τίποτε δεν θα
διακινδύνευε μια πρόβλεψη για ανάσχεση της υψηλής ανεργίας. Αντιθέτως,
εκτιμά ότι ακόμη κι αν δεν βιώναμε την κρίση του δημόσιου χρέους, το
πρόβλημα -ιδιαίτερα στους νέους πτυχιούχους που αναγκάζονται να
ξενιτευτούν- θα ήταν εξίσου σοβαρό.
«Υπάρχει
τεράστια αναντιστοιχία ανάμεσα στο μορφωτικό επίπεδο των νέων και στις
δυνατότητες της ιδιωτικής οικονομίας», αναφέρει. «Τα τελευταία 20 χρόνια
οι πτυχιούχοι διπλασιάστηκαν. Οι κάτοχοι μεταπτυχιακών τίτλων
δεκαπλασιάστηκαν ενώ οι θέσεις που δημιούργησε η οικονομία
αντιστοιχούσαν μόνο στο 30% των αναγκών. Κι από αυτές τις θέσεις, οι
μισές δημιουργήθηκαν στον δημόσιο τομέα. Αρα, για τους 100 και πλέον
πτυχιούχους που μπαίνουν κάθε χρόνο στην αγορά εργασίας, η ιδιωτική
οικονομία δημιουργεί μόνο 15 θέσεις. Το Δημόσιο δεν δημιουργεί θέσεις.
Οσοι είναι στο υπόλοιπο 85% ψάχνουν για 4, 6 ή και 8 χρόνια να βρουν μια
θέση αντίστοιχη, όχι με την ειδικότητα, αλλά τουλάχιστον με το επίπεδο
των σπουδών τους. Δεν το βρίσκουν. Κι όταν ύστερα από χρόνια
αναγκάζονται να εργαστούν, καταλαμβάνουν τελικώς τη θέση που θα κάλυπτε ο
απόφοιτος γυμνασίου ή λυκείου. Αρα και ο απόφοιτος της δευτεροβάθμιας
θα αναγκαστεί να καλύψει μια θέση δημοτικού».
– Η κρίση μεγεθύνει τα διαρθρωτικά προβλήματα της αγοράς εργασίας;
–
Εχουμε μια ιδιωτική οικονομία υπανάπτυκτη, σημειώνει ο διοικητής του
ΟΑΕΔ. Το 95% είναι επιχειρήσεις-νάνοι, αφού απασχολούν το πολύ 5 άτομα,
συμπεριλαμβανομένων και μελών της οικογένειας του ιδιοκτήτη. Δεν
πρόκειται καν για μια παραδοσιακή, αλλά για μια οικονομία που στηρίζεται
στην κατανάλωση κι όχι στην παραγωγή. Πουλάμε ο ένας στον άλλο
υπηρεσίες. Κι εδώ ετέθη το ερώτημα για το πού βρέθηκε το εισόδημα αυτό
για να καταναλώνουμε. Από τα δανεικά. Nα πώς εξηγείται γιατί ενώ σε
πληθυσμό είμαστε η 70ή χώρα, στην παραγωγικότητα της εργασίας η 100ή,
στην ανταγωνιστικότητα από τις τελευταίες, όμως στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ
αναρριχηθήκαμε στην 25η θέση. Αυτά τα πράγματα δεν βγαίνουν παρά μόνο με
τα δανεικά.
– Μήπως λοιπόν η λογική περί κατάρτισης, που δέσποσε ως πυρήνας των πολιτικών απασχόλησης, είναι άνευ νοήματος;
–
Οχι, η κατάρτιση έχει νόημα, αλλά ο δημόσιος διάλογος που γίνεται για
το τι ειδικότητες πρέπει να βγάλουν τα πανεπιστήμια είναι
αποπροσανατολιστικός και δεν γίνεται σε καμία χώρα. Τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ ας
επιλέξουν όποιες ειδικότητες θέλουν και τα παιδιά ας ακολουθούν ό, τι
επιθυμούν. Το πρόβλημα δεν είναι στην ειδικότητα. Αν ήταν έτσι, θα
έπρεπε όλες οι ειδικότητες να οδηγούν στην κάλυψη των κενών που
υποδείκνυαν οι έρευνες, δηλαδή σε πωλητές, ανειδίκευτους εργάτες και
στελέχη λογιστηρίου. Το πρόβλημα δεν βρίσκεται εδώ.
– Πού εντοπίζετε το κύριο πρόβλημα ως προς τις ανάγκες της οικονομίας;
–
Αυτό που λείπει από τη χώρα είναι στελέχη. Σε πολλές θέσεις στελεχών
μάρκετινγκ ή μάνατζμεντ, απασχολούνται σε μεγάλο βαθμό μηχανικοί και
δικηγόροι, γιατί προέρχονται από συστήματα σπουδών από τα οποία
προκύπτουν συγκροτημένοι άνθρωποι. Δηλαδή, το πρόβλημα δεν αφορά τις
ειδικότητες αλλά τις δεξιότητες. Δεν παράγουμε στελέχη. Στο τριτοβάθμιο
σύστημα δεν προβλέπεται ένα υποσύστημα που να προσφέρει δεξιότητες, όπως
συμβαίνει σε άλλα μέρη του κόσμου.
Στο Κέμπριτζ ο απόφοιτος της
Φιλοσοφικής προφανώς δεν βρίσκει δουλειά ως φιλόσοφος αλλά μπορεί να
εργαστεί ως προγραμματιστής ή ως στέλεχος μάρκετινγκ. Τα τμήματα των
πολυεθνικών έχουν γεμίσει από κοινωνικούς ανθρωπολόγους. Αντιθέτως, στην
Ελλάδα ο πτυχιούχος λογιστής δεν έχει περάσει ούτε μία ημέρα σε
λογιστήριο εταιρείας.
Βεβαίως όλοι οι εργοδότες ζητούν εμπειρία
γιατί δεν θέλουν να αναλάβουν το κόστος προσαρμογής. Αυτό το κόστος
προσαρμογής μπορεί να το αναλάβει το σύστημα εκπαίδευσης ή να το
μοιραστεί σε συνεργασία με το σύστημα κατάρτισης για την απασχόληση.
Πρόκειται για τα αποκαλούμενα sandwitch courses, όπως είναι η δική μας
μαθητεία στον ΟΑΕΔ, το πρωί στη δουλειά και το βράδυ στο σχολείο. Μια
σχολή αν ακολουθήσει αυτό το παράδειγμα, οι απόφοιτοί της θα γίνουν
ανάρπαστοι.
– Μήπως και η ελληνική επιχειρηματική τάξη καλύπτει διαφορετικά αυτές τις ανάγκες και δεν ενδιαφέρεται;
–
Τα τελευταία 200 έτη το κράτος παρείχε προνόμια σε 3 μεγάλες ομάδες.
Κατ’ αρχάς σε επιχειρήσεις που στην πλειονότητα είναι κρατικοδίαιτες και
στηρίζονται σε αναρίθμητες επιχορηγήσεις και απαλλαγές. Το εξωστρεφές
και ανταγωνιστικό κομμάτι υπάρχει, αλλά είναι νησί στον ωκεανό. Ισως η
βασικότερη προτεραιότητα, πέρα από το χρέος, είναι η αποκρατικοποίηση
της ιδιωτικής οικονομίας. Δεν είναι δυνατόν επειδή έγινε ένας σεισμός
πριν από χρόνια να επιδοτείται ακόμη το κόστος εργασίας και να έχουν
μάθει όλες οι επιχειρήσεις να στηρίζονται σε αυτό. Προνόμια δόθηκαν και
στις μικρομεσαίες τάξεις, με κοινοτικούς πόρους που στην πραγματικότητα
αναλώθηκαν σε κοινωνική πολιτική. Γνωρίζετε πως σε ορισμένες περιοχές
της χώρας το ποσοστό των αναπήρων είναι μεγαλύτερο από αυτό της
μεταπολεμικής Γερμανίας. Η τρίτη κατηγορία που ευνοήθηκε ήταν ο
πρωτογενής τομέας με όλο το φάσμα των αγροτικών επιδοτήσεων.
Αυτό
ήταν το διευρυμένο σύστημα πελατειακών σχέσεων που στήθηκε με την
παρότρυνση της λεγόμενης Αριστεράς, η οποία αντί να πιέζει για οικονομία
υγιή και ανταγωνιστική, πιέζει ακόμη για να γίνει κομπραδόρικη και
κρατικοδίαιτη. Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα μοναδικό φαινόμενο όπου το
κράτος φτιάχνει την κοινωνία, την ταξική δομή της.
Οσο για τις
ασφαλιστικές εισφορές που με το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα αυξάνονται και
συντελούν σε ακόμη ένα εμπόδιο για τις προσλήψεις, ο κ. Κικίλιας
προτείνει τη σταδιακή σύνδεσή τους με τη φορολογία. «Εχουμε το υψηλότερο
μη μισθολογικό κόστος στην Ευρώπη. Ο εργαζόμενος παίρνει στην τσέπη τα
μισά από όσα πληρώνει ο επιχειρηματίας. Ο ένας πληρώνει πολλά και ο
άλλος παίρνει πολύ λίγα. Δεν καταβάλλουν εισφορές γιατί είναι ακριβές,
κι όσο δεν καταβάλλονται εισφορές τόσο ακριβαίνουν. Το σύστημα των
εισφορών έχει εξαντλήσει τον κύκλο του και πρέπει να εξετάσουμε τρόπους
να το ενσωματώσουμε με τη φορολόγηση των επιχειρήσεων.
Να θέσουμε
στόχο σε 5 ή σε 7 χρόνια από σήμερα ένα ενιαίο σύστημα φορολόγησης του
κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένου και του μη μισθολογικού κόστους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου