Το πλήγμα αξιοπιστίας που υπέστη ο κλάδος της
αποταμίευσης είναι βαρύ και έρχεται σε μια περίοδο που η συζήτηση για
το μέλλον των συντάξεων στη χώρα μας έχει ανοίξει για τα καλά. Ο κλάδος
της ιδιωτικής ασφάλισης προσδοκά να αποκομίσει οφέλη από αυτήν την
εξέλιξη, αλλά αυτό δεν θα είναι εύκολο.
Μετά το λουκέτο του ομίλου της
«Ασπίς», το ερώτημα που καλόπιστα κάθε ένας απευθύνει είναι αν η
ασφαλιστική εταιρεία στην οποία θα εμπιστευθεί τα χρήματά του θα
υπάρχει και τα επόμενα 10 ή 20 χρόνια, όταν, δηλαδή, θα έρθει η στιγμή
να πάρει σύνταξη.
Η δυσπιστία μεγαλώνει καθώς τόσο η πολιτεία όσο
και οι εταιρείες αδυνατούν να προτείνουν μια βιώσιμη λύση για το
χαρτοφυλάκιο της Ασπίδος. Συν τοις άλλοις, παρά τη δέσμευση του
υπουργείου Οικονομικών για την κατάθεση του νομοσχεδίου που θα δίνει τη
δυνατότητα πώλησης του χαρτοφυλακίου της «Ασπίς», λίγοι είναι αυτοί που
πιστεύουν ότι, με αυτούς τους όρους, θα υπάρξει ανάδοχος.
Παρά το
κλίμα αμφισβήτησης που διατυπώνεται από σημαντική μερίδα του πληθυσμού
απέναντι στον ασφαλιστικό κλάδο, η ανάγκη για ασφαλιστική κάλυψη
αναμένεται να αυξηθεί τα προσεχή χρόνια και αποτυπώνεται ήδη, με δειλό
έστω τρόπο, στα στοιχεία του πρώτου τριμήνου για τη ζήτηση ασφαλιστικών
προϊόντων. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, οι ασφαλιστικές εργασίες
αυξήθηκαν σε ποσοστό 6,3% και το σύνολο της παραγωγής,
συμπεριλαμβανομένων και των νοσοκομειακών και ομαδικών προγραμμάτων,
ανήλθε τελικώς στα 626 εκατ. ευρώ έναντι 589 εκατ. ευρώ το 2009.
Η
εξέλιξη αυτή αξιολογείται θετικά, καθώς παρατηρείται σε μια εποχή που
υπάρχει μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος από την πλευρά των
νοικοκυριών, αλλά σύμφωνα με εκπροσώπους του κλάδου, μένει να κριθεί
κατά πόσον θα αποδειχθεί «διατηρήσιμη».
Προς το παρόν, η ερμηνεία που
δίνεται συνδέεται με το κλείσιμο των δύο εταιρειών, που άφησαν στα
«αζήτητα» συνολική παραγωγή άνω των 53 εκατ. ευρώ. Η αγορά, όπως
σημειώνουν, «τρώει από τα έτοιμα» και η αύξηση των εργασιών που
κατέγραψαν οι ισχυροί του κλάδου αποδίδεται στα «ορφανά προγράμματα»
της «Ασπίς Πρόνοια» και της Commercial Value. Πρόκειται κυρίως για
νοσοκομειακά και ομαδικά προγράμματα, τα συμβόλαια των οποίων εύκολα
μετακινούνται, σε αντίθεση με τα αποταμιευτικά πολυετή προγράμματα, οι
κάτοχοι των οποίων ελπίζουν για την εξεύρεση μιας λύσης, η οποία δεν
φαίνεται στον ορίζοντα.
Η παρατηρούμενη ανάπτυξη του κλάδου, όπως
προκύπτει από τα στοιχεία του τριμήνου, συνδέεται επίσης με την
αναβίωση των επενδυτικών προγραμμάτων, κυρίως αυτών που προωθούνται
μέσω του δικτύου των τραπεζών, γνωστών ως προϊόντων bankassurance. Η
επανάκαμψη των τραπεζοασφαλιστικών προγραμμάτων που είχαν δεχθεί ισχυρό
πλήγμα το 2009 με την υποτίμηση των μετοχικών αξιών συνδέεται κυρίως με
τον διάχυτο φόβο που επικράτησε για το τραπεζικό σύστημα, καθώς υπό το
κύμα της φυγής των καταθέσεων που παρατηρήθηκε, μεγάλες τράπεζες
κατηύθυναν σημαντική μερίδα των πελατών τους από τις παραδοσιακές
καταθέσεις σε τραπεζοασφαλιστικά προϊόντα. Η αύξηση των επενδυτικών
προγραμμάτων άγγιξε το 25%, ενώ, αντίθετα, ο κορμός των προγραμμάτων
ασφάλισης ζωής, δηλαδή τα κλασικά συνταξιοδοτικά προγράμματα,
σταθεροποιήθηκε στα 430 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας οριακή μόλις αύξηση
σε σχέση με πέρυσι.
Καθοριστικός παράγοντας που θα κρίνει την
επαλήθευση των προσδοκιών για ανάπτυξη του κλάδου είναι η ολοκλήρωση
της εξυγίανσης και η αποκατάσταση της αξιοπιστίας του. Σε κάθε
περίπτωση, όλοι συμφωνούν ότι το παιχνίδι που θα παιχθεί στον χώρο των
συντάξεων θα είναι ένα πόκερ για λίγους παίκτες, στο οποίο θα
κυριαρχήσουν μόνον όσοι διαθέτουν υψηλά κεφάλαια. Ο ανταγωνισμός τα
προσεχή χρόνια θα επικεντρωθεί μεταξύ των μεγάλων ελληνικών εταιρειών
από τη μία και των πολυεθνικών ομίλων από την άλλη, που ήδη έχουν
διευρύνει την παρουσία τους αυξάνοντας τα μερίδιά τους στον πολλά
υποσχόμενο κλάδο της αποταμίευσης.
Πηγή: Kαθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου