Ελεύθερη Ενημέρωση - Βήμα στην Άποψη



Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

Λουκέτα και συγχωνεύσεις φέρνει το Solvency II

Ήδη αρκετές αναλύσεις κάνουν λόγο για γενναία αύξηση των απαιτούμενων κεφαλαίων κυρίως από τις εταιρίες γενικών ασφαλίσεων αλλά και των εταιριών ζωής.

Αντιμέτωπη με μεγάλες προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες θα βρεθεί η ασφαλιστική βιομηχανία ενόψει της εφαρμογής της νέας οδηγίας για την κεφαλαιακή επάρκεια του κλάδου, γνωστή ως Solvency II.

Το νέο κανονιστικό πλαίσιο αναμένεται να τεθεί σε πλήρη εφαρμογή τον Οκτώβριο του 2012 και ήδη αρκετές αναλύσεις κάνουν λόγο για γενναία αύξηση των απαιτούμενων κεφαλαίων κυρίως από τις εταιρίες γενικών ασφαλίσεων αλλά και των εταιριών ζωής.


Το τελικό κείμενο της οδηγίας δημοσιεύθηκε ήδη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά και την Επιτροπή Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης στη χώρα μας, αλλά η διαδικασία είναι σε πλήρη εξέλιξη με τον τρίτο κύκλο διαβουλεύσεων για τα μέτρα εφαρμογής του δεύτερου επιπέδου της οδηγίας.

Πρόκειται για το επίπεδο στο οποίο θα εξειδικευθούν και θα περιγραφούν με λεπτομέρεια τα μέτρα εφαρμογής της οδηγίας στο πλαίσιο της διαδικασίας Λαμφαλουσί. Στο πλαίσιο αυτό έχουν δοθεί προς διαβούλευση 16 νέα έγγραφα, που εισηγούνται τα μέτρα εφαρμογής, από τα οποία θα προκύψει τόσο η εξειδίκευση των μέτρων όσο και μια πιο ακριβής καταγραφή των επιπτώσεων, που θα προκύψουν από τους νέους κεφαλαιακούς κανόνες.

Σημειώνεται ότι η διαδικασία Λαμφαλουσί αποτελείται από τέσσερα επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο αφορά στην επεξεργασία του κειμένου της οδηγίας, το δεύτερο στη λεπτομερή περιγραφή των μέτρων εφαρμογής της, το τρίτο στα εποπτικά πρότυπα και στη διαδικασία σύγκλισης των εποπτικών διαδικασιών και τέλος το τέταρτο επίπεδο αφορά στα μέτρα συμμόρφωσης και στην οριστική εφαρμογή της οδηγίας.

Οι πρώτες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για τετραπλασιασμό των απαιτούμενων κεφαλαίων σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα, υποχρεώνοντας όσες εταιρίες μπορούν σε συγχωνεύσεις, προκειμένου να ανταποκριθούν στα νέα όρια.

Η ελληνική ασφαλιστική αγορά, που χαρακτηρίζεται από μεγάλο αριθμό μικρομεσαίων ασφαλιστικών εταιριών, με επίκεντρο της δραστηριότητάς τους τον κλάδο αυτοκινήτου, θα βρεθεί αντιμέτωπη με γενναίες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στο σκέλος της ακίνητης περιουσίας, στην οποία αρκετές εταιρίες έχουν τοποθετήσει σημαντικό μέρος των επενδύσεών τους για την κάλυψη των αποθεμάτων, το νέο πλαίσιο απαιτεί την αντίστοιχη με ίδια κεφάλαια της τάξης του 25% και έτσι π.χ. για κάθε 10 εκατ. ευρώ τοποθέτηση σε ακίνητα, το νέο πλαίσιο φερεγγυότητας απαιτεί ίδια κεφάλαια ύψους 2,5 εκατ. ευρώ.

Επιπλέον η οδηγία αλλάζει δραματικά τον τρόπο λειτουργίας των εταιριών, εισάγοντας πρωτόγνωρους ποιοτικούς στόχους και περιορισμούς και καθιερώνοντας νέες προσεγγίσεις για την αναγνώριση, τη διαχείριση, τον έλεγχο, την παρακολούθηση και την αναφορά των κινδύνων στους οποίους εκτίθεται η εταιρία, απαιτώντας την υιοθέτηση προηγμένων πλαισίων διαχείρισης επιχειρησιακών κινδύνων.

Η ιδέα της υλοποίησης του Solvency IΙ βασίστηκε στο πλαίσιο του Basel II - της αντίστοιχης κοινοτικής οδηγίας για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζικών ιδρυμάτων.

Το Basel II είχε επίσης σαν στόχο την εδραίωση ενός ενιαίου και σταθερού πλαισίου διαχείρισης κινδύνου στον τραπεζικό χώρο στη βάση της διαφάνειας και της ολοκληρωμένης χαρτογράφησης των διαδικασιών.

Το ίδιο φιλοδοξεί να πετύχει και το Solvency II για την ασφαλιστική αγορά βασισμένο στην μέθοδο των «τριών πυλώνων » που ακολουθήθηκε και στον σχεδιασμό του Basel II.

Οι Τρεις Πυλώνες

Πρώτος Πυλώνας - Ποσοτικές Προδιαγραφές (Quantitative requirements)

-Υπολογισμός εγγυητικού κεφαλαίου,τεχνικών προβλέψεων κεφαλαιακών απαιτήσεων

-Αποτίμηση στοιχείων ενεργητικού-παθητικού (Αssets Liabilities Management - ALM)

-Καθορισμός των κινδύνων προς αξιολόγηση, παράμετροι κινδύνων και τρόποι επιμέτρησης τους (εσωτερικά μοντέλα risk management)

-Τύπος υπολογισμού του ελάχιστου επιθυμητού κεφαλαίου που πρέπει να διατηρεί μια ασφαλιστική εταιρεία για να διασφαλίζει την φερεγγυότητά της (MCR)

Πιο συγκεκριμένα ο πρώτος πυλώνας περιλαμβάνει τον καθορισμό των κανόνων πάνω στους οποίους θα υπολογιστούν τα τεχνικά αποθεματικά, οι επενδύσεις σε κεφάλαια, η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων καθώς και το κεφάλαιο που θα εξασφαλίζει την επιθυμητή φερεγγυότητα στις ασφαλιστικές εταιρίες.

Στο στάδιο αυτό αναλύονται επίσης οι έννοιες του ελάχιστου επιθυμητού κεφαλαίου (MCR - Minimum Capital Requirement) και του κεφαλαίου φερεγγυότητας (SCR - Solvency Capital requirement).

Σύμφωνα με τον ορισμό της οδηγίας ελάχιστο επιθυμητό κεφάλαιο (MCR) είναι αυτό που πρέπει να διατηρεί μια ασφαλιστική εταιρεία για να διασφαλίζει την φερεγγυότητα της. Οποιοδήποτε κεφάλαιο κάτω του ελάχιστου, δίνει τη δυνατότητα στην Εποπτική Αρχή να επέμβει και να ανακαλέσει την άδεια της ασφαλιστικής επιχείρησης μεταφέροντας το σύνολο των συμβολαίων της σε μια άλλη ασφαλιστική εταιρεία.

Αντίστοιχα το κεφάλαιο φερεγγυότητας (SCR) είναι το επιθυμητό (optimum) κεφάλαιο, το οποίο θα πρέπει να διαθέτει μια ασφαλιστική εταιρεία λαμβάνοντας υπόψη όλους τους πιθανούς κινδύνους για την φερεγγυότητά της σύμφωνα με την οδηγία Solvency II.

Το απαιτούμενο κεφάλαιο φερεγγυότητας SCR αντιστοιχεί σε ένα επίπεδο κεφαλαίου το οποίο επιτρέπει στην επιχείρηση να απορροφήσει σημαντικές απρόβλεπτες ζημιές και να παρέχει εύλογη κάλυψη στους ασφαλισμένους και τους δικαιούχους.

Όταν μια επιχείρηση δεν πληρεί το SCR, θα πρέπει να αποκαταστήσει σε εύλογο χρόνο το απαραίτητο κεφάλαιο για την κάλυψη της απαίτησης αυτής, με βάση ένα συγκεκριμένο και εφικτό σχέδιο που θα υποβάλλεται προς έγκριση στην αρμόδια εποπτική αρχή.

Το SCR υπολογίζεται με μια σχετικά απλή φόρμουλα η οποία ονομάζεται Standard Approach (Τυποποιημένη μέθοδος - προσέγγιση) και η οποία αντικατοπτρίζει τους πιθανούς κινδύνους σε όλα τα επίπεδα των εργασιών της ασφαλιστικής εταιρίας.

Το νέο κανονιστικό πλαίσιο δίνει ωστόσο τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να υπολογίσουν το SCR με την χρήση ενός εσωτερικού μοντέλου, το οποίο θα πρέπει προηγουμένως να πιστοποιηθεί και να εγκριθεί από την Εποπτική Αρχή του κράτους μέλους.

Δίνεται επίσης η δυνατότητα να υπολογίζεται με ένα συνδυασμό της τυποποιημένης μεθόδου και του εσωτερικού μοντέλου της εταιρείας γεγονός που επιτρέπει στην ασφαλιστική επιχείρηση να προσαρμόσει την τυποποιημένη προσέγγιση στα δικά της δεδομένα, χωρίς να απαιτείται να επενδύσει υψηλά κεφάλαια για την ανάπτυξη ενός εσωτερικού μοντέλου.

Ήδη στην αγορά εταιρείες διαχείρισης κινδύνων επεξεργάζονται την ανάπτυξη παρόμοιων μοντέλων προκειμένου να βοηθήσουν την ελληνική ασφαλιστική εταιρεία να προσαρμοστεί στους κανόνες του Solvency II, χωρίς να υποχρεωθεί να ακολουθήσει την τυποποιημένη μέθοδο, που δεν λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς.

To MCR (Minimum Capital Requirement) αντιπροσωπεύει το ελάχιστο κεφάλαιο το οποίο θα πρέπει να διαθέτει μια ασφαλιστική εταιρεία για να θεωρείται οριακά φερέγγυα.

Ο σκοπός ύπαρξης του MCR είναι να προσδιορίσει ένα κεφαλαιακό επίπεδο στο οποίο η εποπτική αρχή μπορεί να επέμβει, όσο ακόμα η εταιρεία διαθέτει αρκετά στοιχεία ενεργητικού για να καλύψει τις υποχρεώσεις της απέναντι στους κατόχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων.

Η ύπαρξη του MCR, αποτελεί μέρος της διαδικασίας της προληπτικής εποπτείας, καθώς δίνει το χρονικό περιθώριο στην εποπτική αρχή να δράσει και να προλάβει την απαξίωση των στοιχείων του ενεργητικού της εταιρείας πριν τα περιουσιακά της στοιχεία πέσουν κάτω από την αγοραία τους αξία (market value).

Με τον τρόπο αυτό μπορεί να προλάβει και τις ενδεχόμενες συνέπειες από την αδυναμία της επιχείρησης να ανταποκριθεί στις κεφαλαιακές της απαιτήσεις, περιορίζοντας τςι επιπτώσεις για τους κατόχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων, αλλά και τις επιπτώσεις απέναντι στην αγορά.

Το Solvency II αξιολογεί ξεχωριστά τους κινδύνους που αντιμετωπίζει μια ασφαλιστική επιχείρηση, οι οποίοι είναι ο κίνδυνος underwriting, ο κίνδυνος ρευστότητας, ο κίνδυνος αγοράς, ο πιστωτικός κίνδυνος, ο συστημικός κίνδυνος και ο επιχειρηματικός κίνδυνος.

Τα αποτελέσματα από τη μέτρηση αυτών των κινδύνων θα αθροίζονται και θα δίνεται έτσι το ακριβές απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας (SCR), μέσα από μια κατανομή πιθανοτήτων.

Τόσο η εφαρμογή της τυποποιημένης μεθόδου όσο και η χρήση των εσωτερικών μοντέλων, αποτελεί ευκαιρία για την αναδιάρθρωση των εργασιών των ασφαλιστικών εταιριών που θα επιτρέψει την αύξηση της παραγωγικότητάς τους αλλά και την προσφορά ποιοτικότερων υπηρεσιών προς τους πελάτες τους.

Η υιοθέτηση των εσωτερικών μοντέλων προϋποθέτει επενδύσεις στα ανάλογα συστήματα, στην αναβάθμιση των υφιστάμενων συστημάτων και στη δημιουργία ανεξάρτητων μονάδων ελέγχου του κινδύνου.

Μείζον θέμα είναι η εναρμόνιση των μεθόδων υπολογισμού των τεχνικών αποθεμάτων και της αποτίμησης των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού, έτσι ώστε τα αποτελέσματα να είναι άμεσα συγκρίσιμα μεταξύ των ασφαλιστικών εταιρειών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Δεύτερος Πυλώνας - Ποιοτικές Προδιαγραφές (Qualitative Requirements)

-Καθορισμός των αρχών εσωτερικού ελέγχου πάνω στις οποίες θα βασίζεται η αξιολόγηση και η διαχείριση του ασφαλιστικού κινδύνου (governance)
-Ανασκόπηση της εποπτικής διαδικασίας ελέγχου των εσωτερικών μοντέλων και συνολικού ελέγχου της εταιρικής φερεγγυότητας

Ο δεύτερος πυλώνας περιλαμβάνει τη δημιουργία των αρχών πάνω στις οποίες θα βασιστεί η εποπτεία για την επάρκεια των κεφαλαίων που θα αφορούν στη φερεγγυότητα των ασφαλιστικών εταιρειών καθώς και στην εποπτεία και έγκριση των εσωτερικών μοντέλων υπολογισμού του SCR. Στο πλαίσιο αυτό θα δοθούν οι προδιαγραφές και οι αρχές πάνω στις οποίες θα λειτουργήσουν οι ίδιες οι εποπτικές αρχές.

Τρίτος Πυλώνας - Εφαρμογή (Market discipline)

-Τρέχουσες απαιτήσεις δημοσίευσης και παρουσίασης σύμφωνα με τις κρατικές διατάξεις σε συνδυασμό με τα IAS και τα IFRS

-Μελλοντικές απαιτήσεις δημοσίευσης και παρουσίασης σύμφωνα με την εξέλιξη της Β’ Φάσης του IFRS7 και την ευρωπαϊκή νομοθεσία

Ο τρίτος πυλώνας αφορά τέλος στην ενίσχυση της πειθαρχίας της αγοράς (market discipline) και στην οριοθέτηση των κανονισμών δημοσίευσης οικονομικών στοιχείων τα οποία θα είναι ομοιόμορφα σε όλη την ενιαία ασφαλιστική αγορά.

Μέσω του τρίτου πυλώνα θα εξασφαλιστεί η διαφάνεια και η ομοιομορφία τόσο σε επίπεδο αξιολόγησης κινδύνων αλλά και σε επίπεδο λογιστικού χειρισμού και δημοσίευσης στον ασφαλιστικό κλάδο.

Πηγή: Insuranceworld

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου