Το Φεβρουάριο του 2002 η Αργεντινή κήρυξε στάση πληρωμών σε 155 δισ. δολ. δημόσιου χρέους. Όταν έγινε αυτή η στάση πληρωμών, το χρέος προς το ΑΕΠ της χώρας αυτής ήταν 65%.
Στην Ελλάδα σήμερα το χρέος είναι, τουλάχιστον, στο 120% του ΑΕΠ. Μετά τη στάση πληρωμών και λόγω της υποτίμησης του νομίσματος το χρέος ανέβηκε στο 150% του ΑΕΠ. Στους επόμενους μήνες το εθνικό νόμισμα υποτιμήθηκε κατά 70% σε σχέση με το δολάριο. Το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 11% το 2002 και το βιοτικό επίπεδο επέστρεψε στα επίπεδα του 1968. Η ανεργία σκαρφάλωσε στο 25% και σε μερικούς μήνες το 60% του πληθυσμού βρέθηκε κάτω από το όριο της φτώχειας.
Σήμερα, 8 χρόνια μετά, το ποσοστό του πληθυσμού που είναι κάτω από το όριο της φτώχειας έχει μειωθεί στο προ της κρίσης επίπεδο του 18%. Στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό είναι στο 24%.
Πριν καταρρεύσει η Αργεντινή υπήρχε μια αφαίμαξη ρευστότητας από τη χώρα αυτή. Για πολλούς μήνες επιχειρηματίες και απλοί πολίτες πέρναγαν τα σύνορα της Ουρουγουάης (Ελβετία της Νότιας Αμερικής) και κατέθεταν βαλίτσες με δολάρια στις τράπεζες του Mοντεβιδέο. Κανείς δε ρωτάει από πού ήρθαν τα λεφτά στην Ουρουγουάη.
Πρόσφατα η Ελληνική Κυβέρνηση είχε την ιδέα να χαρτογραφηθούν οι καταθέσεις στην ελληνική επικράτεια και να υποχρεωθεί ο κάθε πολίτης να καταθέσει «πόθεν έσχες» για να δικαιολογήσει τις καταθέσεις αυτές. Το αποτέλεσμα ήταν να μεταφερθούν μεγάλα χρηματικά ποσά στο εξωτερικό και πολλά άλλα να αποσυρθούν από τις τράπεζες και να μπουν σε θυρίδες. Η κυβέρνηση από τότε δεν έχει αναφερθεί ξανά στο θέμα.
Συχνά αναφερόμαστε στο δημόσιο χρέος σαν να ήταν απλώς ένα τεχνοκρατικό μέγεθος που αφορά μονάχα τους γραφειοκράτες του Υπ. Οικ. και τους αναλυτές της Moody’s. Το δημόσιο χρέος, όμως, αποτελεί το μεγαλύτερο ίσως έγκλημα των κυβερνήσεων της μεταπολίτευσης.
Η ασυδοσία της δεκαετίας του 1980 και η ανευθυνότητα των επόμενων δεκαετιών έχουν οδηγήσει πλέον σε ρυθμούς αύξησης του δημόσιου χρέους που δύσκολα μπορούν να συγκρατηθούν. Και τις άμεσες δυσάρεστες συνέπειες καλούνται να υποστούν συμπολίτες μας που όχι μόνο δε συναποφάσισαν τη σπατάλη που οδήγησε στο σημερινό εφιάλτη, αλλά ούτε «απολαύσανε» ποτέ τους καρπούς του εγκλήματος.
Η ελληνική σοσιαλδημοκρατία (κάθε πτέρυγας του Κοινοβουλίου), ακολουθώντας πιστά τις αρχές της παράδοσής της, συνέχιζε για χρόνια τον χωρίς όρια δανεισμό, εξυπηρετώντας τις ομάδες πίεσης, τις συντεχνιακές οργανώσεις και τους κομματικούς μηχανισμούς που εξασφάλιζαν τη βιωσιμότητά της. Ο Ανδρέας Παπανδρέου συνήθιζε να λέει ότι «ή θα αφανίσουμε το δημόσιο χρέος ή θα μας αφανίσει αυτό». Ως Πρωθυπουργός, ωστόσο, κατάφερε να αυξήσει το δημόσιο χρέος από 31,2% του ΑΕΠ το 1980 στο αστρονομικό 80,7% του ΑΕΠ το 1990. Από εκείνη την εποχή μέχρι σήμερα καμία κυβέρνηση δεν κατάφερε –ούτε και τόλμησε μάλλον– να μας προστατέψει από τις καταστροφικές συνέπειες ενός αχαλίνωτου δημόσιου χρέους.
Και η κρίση ήρθε. Και δεν ήρθε ως αποτέλεσμα (μόνο) της διεθνούς οικονομικής κρίσης, αλλά ως άμεση συνέπεια της συνεχούς επέκτασης της ασύδοτης μηχανής που ονομάζεται ελληνικό κράτος και απειλεί πλέον να καταβροχθίσει κάθε υγιές κομμάτι της οικονομίας μας και γενικότερα της κοινωνικής μας δράσης.
Αν αναλογιστούμε το μέγεθος του δημόσιου χρέους και το ποσό που μας αναλογεί ως πολίτες, για τους περισσότερους από εμάς αυτό σημαίνει αρκετά χρόνια απλήρωτης εργασίας στο όνομα της συνέχειας του κράτους και εξαιτίας αποφάσεων που λήφθηκαν πολύ πριν γεννηθούμε. Αν αυτό δεν είναι ισοδύναμο με σκλαβιά και υποδούλωση, τότε οι έννοιες αυτές έχουν αρχίσει πια να χάνουν τη σημασία τους.
Ακόμη όμως και αν ως κοινωνία είχαμε το δικαίωμα να υποδουλώσουμε με αυτόν τον τρόπο τους εαυτούς μας (που δεν το έχουμε), σε καμία περίπτωση δεν έχουμε το δικαίωμα να συνεχίσουμε τα λάθη του παρελθόντος υποθηκεύοντας ουσιαστικά και τη ζωή των παιδιών μας. Σε καμία περίπτωση δεν έχουμε το ηθικό δικαίωμα να αποδεχόμαστε πλέον ελλειμματικούς προϋπολογισμούς που προσθέτουν στο βάρος που θα πρέπει να κουβαλήσουν οι επόμενες γενιές.
Ικανοποιητικό πρώτο βήμα για την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών χαρακτήρισε ο Πρόεδρος του Eurogroup, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ το ελληνικό Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΠΣΑ), τονίζοντας ωστόσο πως δεν είναι αρκετά σκληρό για να εξασφαλίσει την επιτυχία.
«Πιστεύουμε ότι οι Έλληνες λαμβάνουν μέτρα προς τη σωστή κατεύθυνση, τα οποία όμως δεν είναι αρκετά για την αντιμετώπιση της κατάστασης», δήλωσε ο κ. Γιούνκερ, συμπληρώνοντας ότι η Ελλάδα επιδεικνύει καλή θέληση και τα κράτη-μέλη θα πρέπει να εμφανιστούν με μια κοινή στάση στήριξης προς αυτήν.
«Επί του παρόντος πιστεύω, λυπάμαι που το λέω μάλλον καθυστερημένα, ότι τώρα έχουν λάβει τα σωστά μέτρα», δήλωσε ο Ewald Nowotny, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του Reuters Insider, αναφερόμενος στα σχέδια δημοσιονομικής προσαρμογής της Ελλάδας.
Προειδοποίησε επίσης όσους πιστεύουν ότι άλλες ευρωπαϊκές χώρες θα σπεύσουν να βοηθήσουν τη χώρα, αν αυτή δεν μπορέσει να επιλύσει τα προβλήματά της μόνη της.
«Έχουμε στη συνθήκη της Ε.Ε. μια αυστηρή διάταξη για μη διάσωση. Για εμάς αυτό είναι πολύ ξεκάθαρη διάσταση», ανέφερε.
Εκτίμησε παράλληλα ότι η Ευρωζώνη δε θα ξαναπέσει σε ύφεση, καθώς και ότι η ΕΚΤ θα μπορούσε, κάποια στιγμή, να μιμηθεί τα σχέδια της Fed για περιορισμό της υπερβάλλουσας ρευστότητας των τραπεζών.
Τι μέλλει γενέσθαι;
Η Ελλάδα δεν παράγει high value added προϊόντα και υπηρεσίες. Αποτέλεσμα είναι ότι δεν μπορούμε να έχουμε την απαίτηση το κράτος να μπορεί να εισπράξει τους ανάλογους φόρους.
Παράδειγμα. Η Intel έχει μεικτό περιθώριο κέρδους 60% και καθαρά κέρδη 15% σε σχέση με τις πωλήσεις της.
Η εταιρεία Πλαστικά Θράκης δεν έχει ούτε κατά προσέγγιση αυτά τα νούμερα. Αυτό σημαίνει το εξής: Αν και οι δύο εταιρείες είχαν πωλήσεις 240 δισ. ευρώ (που είναι το σημερινό ελληνικό ΑΕΠ), τότε η Intel θα είχε κέρδος και θα απέδιδε φόρους, ενώ η ΠΛΑΘ θα είχε ελάχιστα αναλογικά κέρδη και θα απέδιδε ελάχιστους αναλογικά φόρους σε σχέση με την Intel.
Με λίγα λόγια, δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τα έσοδα των άλλων κρατών με την Ελλάδα, διότι εμείς δεν είμαστε ένα high value added economy.
Για να γίνουμε, θα πρέπει να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να μειωθεί δραστικά ο δημόσιος τομέας, που θα έχει σαν αποτέλεσμα να μειωθεί η διαφθορά, η αναποτελεσματικότητα κ.λπ.
Άρα, δεν είναι λύση να προσπαθούμε να αρμέξουμε την ελληνική οικονομία από φόρους στο άνομο του ότι η Νορβηγία έχει περισσότερα έσοδα, διότι απλώς δεν είμαστε ίδιοι.
Υπόψη ότι η Δανία πριν από πολλά χρόνια μείωσε το κράτος πάνω από 20% και ότι εκεί δεν υπάρχει μονιμότητα. Μάλιστα, πριν από δύο μέρες, σε ένα lecture, ο Δανός πρέσβης είπε ότι ο ίδιος έχει απολύσει εκατοντάδες δημόσιους υπαλλήλους, όχι διότι έκαναν κάτι επιλήψιμο ή λάθος, αλλά διότι απλώς δεν τους είχε πλέον ανάγκη το κράτος.
Η δε Ολλανδία επίσης έχει πάρει απόφαση να μειώσει το δημόσιο τομέα κατά 20%. Η Ολλανδία έχει σχεδόν το μισό αναλογικά χρέος επί του ΑΕΠ από εμάς.
Πηγή: Insurancedaily
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου